Ο όρμος του Μύρτου θεωρείται η πιο διάσημη παραλία της Κεφαλονιάς και ένα από τα κύρια αξιοθέατά της, με την κατακόρυφη πλαγιά να περιβάλλει μία αμμώδη παραλία μήκους περίπου 800 μ (Εικόνα 1&2). Ο όρμος του Μύρτου βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού, ανήκει στην κοινότητα της Πυλάρου του Δήμου Σάμης, μεταξύ του βόρειου τμήματος του Όρους Αίνου (Όρος Αγία Δυνατή) και του νότιου της χερσονήσου της Ερίσσου (Καλόν Όρος). Εκτός της ιδιαίτερης ομορφιάς της, η συγκεκριμένη περιοχή παρουσιάζει και ιδιαίτερο γεωλογικό ενδιαφέρον εξαιτίας των ιδιαίτερων γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών και της έντονης ενεργής τεκτονικής της.
Γεωποικιλότητα
Η περιοχή γεωλογικά ανήκει στην Προ-Απούλια ζώνη. Οι γεωλογικοί σχηματισμοί της περιοχής, ξεκινώντας από τα παλαιότερα προς τα νεότερα, είναι ασβεστόλιθοι του Ανώτερου Κρητιδικού, λεπτοστρωματώδεις πελαγικοί ασβεστόλιθοι του Παλαιοκαίνου (66,0-56,0 εκατ. έτη), στρωματωμένοι πελαγικοί ασβεστόλιθοι του Ηωκαίνου και τέλος έχουμε την εμφάνιση μαργαϊκών (αργιλικών) σχηματισμών του Μειόκαινου. Τεκτονικά η περιοχή αυτή επηρεάζεται από το πλαγιοανάστροφο ρήγμα της Αγίας Ευφημίας με διεύθυνση ΒΔ–ΝΑ, μιας και η περιοχή βρίσκεται ακόμα σε καθεστώς πίεσης (Εικόνα 3).
Εξαιτίας των πιέσεων που επικρατούν στην περιοχή, οι Κρητιδικοί (145,5-66,0 εκατ. έτη) έως Κάτω Μειοκαινικοί (23,03-13,65 εκατ. έτη) ασβεστόλιθοι της Προ-Απούλια ζώνης τοποθετούνται πάνω στους Κάτω Μειοκαινικούς (23,03-13,65 εκατ. έτη) έως Πλειοκαινικούς (5,33-2,58 εκατ. έτη) μαργαϊκούς σχηματισμούς της ίδιας ζώνης. Έχουμε δηλαδή την εμφάνιση παλαιότερων πετρωμάτων πάνω από νεότερα (Εικόνα 4).
Εκτός όμως από το ρήγμα της Αγίας Ευφημίας και άλλα μικρότερα ρήγματα οριζόντιας ολίσθησης, με διεύθυνση ΒΑ–ΝΔ και ΒΔ–ΝΑ, τέμνουν κάθετα την παραλία του Μύρτου δημιουργώντας μια γεωτεχνικά πολύ ασταθή περιοχή, με αποτέλεσμα τα ασβεστολιθικά πετρώματα να είναι έντονα κατακερματισμένα με μεγάλες και ανοιχτές ρωγμές. Σε συνδυασμό με την έντονη βροχόπτωση και την έντονη τεκτονική τα πετρώματα είναι επιρρεπή σε καταπτώσεις βράχων και κατολισθήσεις, ενώ επίσης δημιουργούνται και κώνοι κορημάτων στη βάση της πλαγιάς. Οι κώνοι αυτοί αποτελούνται από άμμο, κροκάλες και μεγάλες λατύπες (ακανόνιστα τεμάχη) ασβεστόλιθου. Στη νότια πλευρά της παραλίας του Μύρτου υπάρχει παράκτιο σπήλαιο το οποίο έχει μία είσοδο από τη στεριά και μία από τη θάλασσα. Σημαντικό γεγονός για την περιοχή αποτέλεσε ο σεισμός του 2014 όταν εκδηλώθηκαν μηχανισμοί κατολισθήσεων και καταπτώσεις βράχων (Εικόνα 5) στην παραλία του Μύρτου όπως και κατά μήκος του οδικού δικτύου στην περιοχή του Χάρακα.
Οι αστοχίες στο οδικό δίκτυο αφορούν ασβεστολιθικά πετρώματα του Κρητιδικού (145,5-66,0 εκατ. έτη) -Κάτω Μειόκαινου (23,03-13,65 εκατ. έτη), πάντα της Προ-Απούλιας ζώνης με αποτέλεσμα να προκληθούν καταστροφές σε πέντε σημεία πάνω στο οδικό δίκτυο εξαιτίας της ρηξιγενoύς ζώνης που επικρατεί στην περιοχή του Χάρακα. Η καταστροφή του δρόμου εξ’ αιτίας της έντονης τεκτονικής δραστηριότητας στη συγκεκριμένη περιοχή δημιούργησε προβλήματα στην επικοινωνία αλλά έδωσε τη δυνατότητα να συνεργαστούν διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα για την κατασκευή μιας γέφυρας πάνω σε μία ενεργή ρηξιγενή ζώνη (Εικόνα 6). Η κατασκευή της γέφυρας αποτελεί ένα επίτευγμα της μηχανικής, καθώς η γέφυρα (μοναδική στην Ευρώπη) είναι χτισμένη πάνω σε μία ενεργή ρηξιγενή ζώνη, με τέτοιο τρόπο ώστε να μην έχει κανένα απολύτως πρόβλημα κατά τη διάρκεια σεισμού.
Βιοποικιλότητα
Η χλωρίδα της περιοχής του Μύρτου αποτελεί ένα εντυπωσιακό μωσαϊκό που συντίθεται από τα είδη στους λόφους πάνω από τη διάσημη παραλία, όπως οι άρκευθοι (Juniperus phoenicea), οι σχίνοι (Pistacia lentiscus), οι συκιές (Ficus carica), τα σπάρτα (Spartium junceum), οι αστοιβιές (Sarcopoterium spinosum) κ.ά, από τα χασμόφυτα των κατακόρυφων βράχων, με προεξέχον το ελληνικό ενδημικό Dianthus fruticosus subsp. Occidentalis και αρκετά άλλα είδη, όπως το Εrysimum cheiri, η κάππαρη (Capparis orientalis) και ο κισσός (Hedera helix), και, τέλος, από τα αμμόφιλα είδη κοντά στην παραλία, όπως εκείνα του γένους Silene. Επιπλέον, αναφορικά με την ορνιθοπανίδα της περιοχής, τα κάθετα βράχια ευνοούν την παρουσία αρπακτικών πουλιών, όπως ο σφηκιάρης (Pernis apivorus), καθώς και άλλων ειδών, όπως οι σταχτάρες (Apus pallidus και Tachymarptis melba). Σημειώνεται ότι στο παρελθόν έχει καταγραφεί στην περιοχή χρυσαετός (Aquila chrysaetos) και γερακαετός (Hieraaetus pennatus), δύο Κινδυνεύοντα είδη για την Ελλάδα.